Κομήτης — wearing long hair masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κομήτης — wearing long hair masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κομήτης — Ιδιόμορφο αστρικό σώμα, νεφελώδους σύστασης και απροσδιόριστων διαστάσεων. Οι κ. εμφανίζονται στον ουρανό ως λαμπροί αστέρες, ακολουθούμενοι από μια πολύ μακριά φωτεινή προέκταση. Στους κ. διακρίνονται συνήθως τρία χαρακτηριστικά μέρη: ο πυρήνας … Dictionary of Greek
κομήτης — ο ουράνιο σώμα που εμφανίζεται κατά μακρά χρονικά διαστήματα και ακολουθείται από φωτεινή ουρά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κομῆτα — κομήτης wearing long hair masc voc sg κομήτης wearing long hair masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόμητα — Κομήτης wearing long hair masc voc sg Κομήτης wearing long hair masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κομητᾶν — Κομήτης wearing long hair masc gen pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κομητᾶν — κομήτης wearing long hair masc gen pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κομητέων — Κομήτης wearing long hair masc gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κομητέων — κομήτης wearing long hair masc gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κομητῶν — Κομήτης wearing long hair masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)